Τ’ Άχολο Περιστέρι (The Carefree Dove), CD

Posted by on Dec 24, 2013 in Μουσική | No Comments

Visits: 543

(P) + © 2005 APELLA NOTA Folk Music Productions • Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρεία
www. karpathos.net/ApellaNota • All rights reserved. Duplication prohibited by law.

Liner Notes in English listed below Greek text…

Ο δίσκος «Τ’ Άχολο Περιστέρι» περιέχει αποσπάσµατα από ηχογραφήσεις που έγιναν από το 1996 µέχρι και το 2005 µε επίκεντρο το Όθος – ένα από τα νότια (κάτω) χωριά της Καρπάθου. Αυτά τα αποσπάσµατα µάς επιτρέπουν να σκιαγραφήσουµε το σηµερινό µουσικό χαρακτήρα του. Το Όθος γεφυρώνει την πάνω µε την κάτω Κάρπαθο διατηρώντας τα «κατωχωρίτικα» µουσικά ιδιώµατα ενώ ταυτόχρονα υιοθετεί και ερµηνεύει την τεχνική και το ύφος των πάνω χωριών (Ελύµπου, Μεσοχωρίου και Σπόων).

A compilation of live recordings from Apella Nota’s pilgrimages the places and moments in time that churn and liberate magnificent expressions of Κarpathian music and verse.

tAholo Peristeri CD

Τ’ Άχολο Περιστέρι
Συλλογή ζωντανών ηχογραφήσεων από τις περιηγήσεις της Άπελλα Νότα στους τόπους που γεννιέται και εκφράζεται η μουσική παράδοση της Καρπάθου.

Συμμετέχουν οι: Κωστής Βασιλαράκης, Νίκος Βλάχος, Μανώλης Διακομανώλης, Μιχάλης Κουτσός, Βάσος Κρητσιώτης, Γιώργος Κρητσιώτης, Διογένης Κρητσιώτης, Μανώλης Κρητσιώτης, Μαριγούλα Κρητσιώτη, Γιώργος Κωστέτσος, Μανώλης Κωστέτσος, Μιλτιάδης Μαντινάος, Μιχάλης Παπαγιάννης, Αντώνης Παπουτσάκης,και Μανώλης Φελλουζής

[τ’ άχολο περιστέρι: από το ρήµα χολιώ = λυπούµαι, άρα το ξέγνοιαστο πουλί]
Μ’ αυτή την παλιά καρπάθικη έκφραση παροµοίωσε τα νιάτα του ο Κωστής Βασιλαράκης τραγουδώντας µαντινάδες σ’ ένα απρόοπτο γλέντι στο καφενείο του Λάµπρου στ’ Όθος. ∆ε µιλούσε για ξέγνοιαστη ζωή, αλλά δίκαια υπερηφανευόταν για τη λαµπρή συµµετοχή του στα γλέντια των µερακλήδων της παλιάς εποχής. Τότε που το γλέντι ήταν συνώνυµο µε τη διασκέδαση και αποτελούσε «την ανώτατη µορφή διαπροσωπικής συναλλαγής» στην καρπάθικη κοινωνία. «Τότε που η έννοια του µερακλή θεωρείτο από όλους αξιολογήσιµη αρετή και σηµαντικό προσωπικό χαρακτηριστικό».

Στο ίδιο γλέντι, ο Γιώργος Κρητσιώτης τραγουδά:
Τα έθιµά µας σβήνουσι, κι έχουσι προθεσµία,
και ούλοι µας να ψάξουµε, να βρούµε την αιτία.

Κόντρα όµως στη διάβρωση του µοντερνισµού, το µερακλίκι και το έθιµο του γλεντιού ακόµη επιβιώνουν στην Κάρπαθο. ∆ε γνωρίζουµε εάν έχουν προθεσµία, αλλά ακόµη και σήµερα κρατούν την αξία τους στην καρδιά µας. Τιµούµε τους παλιούς, τους σύγχρονούς µας µα και τα νέα παιδιά του νησιού µας που συνεχίζουν τη µουσική και ποιητική µας παράδοση. Τους ευχαριστούµε γιατί διατηρούν το χαρακτήρα µας.

Κι αν µερικοί από εµάς δε συµµετέχουµε στη διαδικασία του γλεντιού, είτε γιατί δεν έχουµε τη φυσική ικανότητα ή την απαραίτητη εξοικείωση, το παρακολουθούµε µε ευλάβεια και ανταποκρινόµαστε µε βαθύ συναισθηµατισµό στα δρώµενα. Τα µάτια µας δακρύζουν στο άκουσµα µαντινάδων και η ψυχή µας συντονίζεται µε τις δοξαριές της λύρας.

Στην προσπάθειά µας να αποθανατίσουµε και να διαδώσουµε όσο το δυνατό αυτούσια τον ιδιαίτερο χαρακτήρα και την οµορφιά της µουσικής και ποιητικής µας παράδοσης, κουβαλούµε στον ώµο τα µικρόφωνά µας και «φωτογραφίζουµε» στιγµές δηµιουργικής έξαρσης όπως τις φέρνουν η εξέλιξη του γλεντιού και η απρογραµµάτιστη ώρα του κεφιού.

Ο δίσκος «Τ’ Άχολο Περιστέρι» περιέχει αποσπάσµατα από ηχογραφήσεις που έγιναν από το 1996 µέχρι και το 2005 µε επίκεντρο το Όθος – ένα από τα νότια (κάτω) χωριά της Καρπάθου. Αυτά τα αποσπάσµατα µάς επιτρέπουν να σκιαγραφήσουµε το σηµερινό µουσικό χαρακτήρα του. Το Όθος γεφυρώνει την πάνω µε την κάτω Κάρπαθο διατηρώντας τα «κατωχωρίτικα» µουσικά ιδιώµατα ενώ ταυτόχρονα υιοθετεί και ερµηνεύει την τεχνική και το ύφος των πάνω χωριών (Ελύµπου, Μεσοχωρίου και Σπόων).

Στην Κάρπαθο, «όπως επικρατούν διαφορετικά γλωσσικά ιδιώµατα από χωριό σε χωριό, έτσι επικρατούν και διαφορετικά µουσικά ιδιώµατα. Αυτό σχετίζεται µε τη γεωγραφική θέση των χωριών, µε την ιδιοσυγκρασία των κατοίκων τους, µε τις παλιές µουσικές συνήθειες και µε τις επιδράσεις από γειτονικές περιοχές».

Οι διαφοροποιήσεις αυτές είναι προφανείς στο έµπειρο αυτί του ντόπιου, αλλά σίγουρα λιγότερο αντιληπτές στον αµύητο ακροατή. Τα µουσικά ιδιώµατα ποικίλλουν ανάλογα µε την τεχνική του παιξίµατος και τη χρήση µουσικών οργάνων, την επιλογή σκοπών (µελωδιών που συνοδεύουν τις µαντινάδες και τα πολύστιχα τραγούδια), και τις δοξαριές (ολοκληρωµένες µελωδίες) που µε τους συνδυασµούς τους συγκροτούν τη χορευτική µουσική.

«Τον παλαιότερο συνδυασµό οργάνων λύρας-τσαµπούνας, καθώς επίσης και τη λύρα και αργότερα το βιολί αρχίζει να συνοδεύει γύρω στο 1900 το µικρό νησιώτικο λαούτο. Έτσι, το λαούτο ενισχύει το ρόλο του δοξαριού της λύρας, που εξοπλισµένο µε µικρά µεταλλικά κουδούνια, τα λυροκούδουνα, συνοδεύει ρυθµικά τη µελωδία της λύρας και της τσαµπούνας». Σήµερα, στην Έλυµπο χρησιµοποιούνται για χορό και τραγούδι η λύρα, η τσαµπούνα και το λαούτο. Στο Μεσοχώρι, στα Σπόα και στα κάτω χωριά κυριαρχεί η λύρα και το λαούτο. Στα κάτω χωριά πολλές φορές η λύρα αντικαθιστάται επίσης από το βιολί.

Οι Καρπάθιοι εκφράζουν «την εντυπωσιακά πλούσια δηµοτική ποίησή τους αφενός µε τραγούδια πολύστιχα και αφετέρου µε αυτοσχέδιες µαντινάδες. Τα περισσότερα από τα πολύστιχα τραγούδια είναι παραλλαγές οµοίων τους από άλλες περιοχές, προσαρµοσµένα στο τοπικό ύφος. Πάρα πολλά όµως είναι εµπνευσµένα από τα βιώµατα του ντόπιου. Οι µαντινάδες αποτελούν την προσφιλέστερη ποιητική έκφραση των Καρπαθίων. Αυτό οφείλεται ίσως στην πνευµατική και συναισθηµατική ευχαρίστηση που προσφέρει η δηµιουργία τους, αλλά προπάντων στη συµβολική αξία τους, στο γεγονός δηλαδή ότι συγκαταλέγονται στα µέσα που συντηρούν τις σχέσεις».

«Εκείνος που απευθύνει µαντινάδα σε κάποιον, λένε ότι τον τιµά. Ως εκ τούτου η µαντινάδα ανάγεται σε προσφορά προς φίλους και συγγενείς. Προσφέρεται και αντιπροσφέρεται, µε αποτέλεσµα να γίνεται κυρίαρχο µέσο έκφρασης και επικοινωνίας. Ο πεζός λόγος δεν έχει την επισηµότητα και τη συναισθηµατική βαρύτητα του δηµόσιου και ποιητικού της µαντινάδας».

«Μπορεί οι Καρπάθιοι να συντάσσουν µαντινάδες κατ’ ιδίαν, συχνά µε χαρτί και µολύβι, όποτε έχουν περισσότερο χρόνο για να τις βελτιώσουν αισθητικά και θεµατικά. Μεγαλύτερη βαρύτητα έχουν όµως οι µαντινάδες που συντάσσονται ταυτόχρονα µε την εκτέλεσή τους στις δηµόσιες διασκεδάσεις. Η ικανότητα στη σύνταξή τους διαπιστώνεται προπάντων σε εκείνες τις επιµέρους φάσεις που αναπτύσσεται έµµετρος διάλογος. Σε κάθε τέτοια περίσταση παράγονται εκατοντάδες πρωτότυπες και επίκαιρες µαντινάδες. Κάθε τέτοια αντανακλά τα αισθήµατα, τις σκέψεις, τις προθέσεις και τις διαθέσεις της στιγµής».

«Το καθιστό γλέντι αφορά στη διασκέδαση µιας παρέας, οµάδας γλεντιστών κατά παράδοση αντρών, µε µουσική και τραγούδι χωρίς χορό. Συχνά προκύπτει απροσχεδίαστα, οπουδήποτε και µε οποιαδήποτε αφορµή. Μπορεί να το στρώσου’ όπως λένε, εννοώντας να το ξεκινήσουν λίγα µόνο άτοµα και να καταλήξει σε µεγαλύτερη συµµετοχή. Στρώνουν την τάβλα, έχοντας µπροστά τους µεζέδες και κρασί, µε τρόπο που επιτρέπει να ακούει ο ένας τον άλλο, να συντονίζονται, να επικοινωνούν και να οδηγούν το γλέντι σε υψηλότερο επίπεδο. Την ποιότητα του καθιστού γλεντιού εγγυάται η υπεύθυνη προσήλωση των γλεντιστών», η αρµονική συνεργασία τους και η πειθαρχία τους στην τάξη του γλεντιού.

«Η εξ αιτίας του κεφιού ψυχική και συναισθηµατική ευφορία, σε συνδυασµό µε την υπεύθυνη συµµετοχή, συντελεί σε διαυγέστερη αντίληψη της εσωτερικής και δοσµένης εξωτερικής πραγµατικότητας, καθώς επίσης στην απαραίτητη πνευµατική ευεξία και δηµιουργικότητα. Μέσα από αυτές τις πνευµατικές και συναισθηµατικές διαδικασίες ο γλεντιστής καταφέρνει να δένει την παρέα και να εισάγει παράλληλα στις διαδικασίες της όσους παρακολουθούν».

«Στο καθιστό γλέντι δεσπόζουν οι διάλογοι µε αυτοσχέδιες µαντινάδες. Τα πολύστιχα τραγούδια δεν παραλείπονται αλλά έχουν δευτερεύοντα ρόλο. Αποτελούν την εισαγωγή και την κατάληξη των έµµετρων διαλόγων. Παρεµβάλλονται ανάµεσά τους όταν ένα θέµα εξαντλείται µέχρι να ακολουθήσει ένα επόµενο ή όταν η διάθεση και οι διαδικασίες ατονούν. Η µετάβαση πολλές φορές στα τραγούδια γίνεται µε το εύθυµο οργανικό κοµµάτι της όρσας ή βόρτας, που οι γλεντιστές το συνοδεύουν µε ρυθµικά παλαµάκια. Σ’ αυτά τα µουσικά διαλείµµατα οι γλεντιστές, απαλλαγµένοι προσωρινά από τη σύνθεση µαντινάδων, αφήνονται στη χαρά της µουσικής και του τραγουδιού και ανασυγκροτούνται».

«Οι σκοποί των µαντινάδων ήσαν «45 και µισός», όπως έλεγαν οι παλαιότεροι. Οι µεταγενέστεροι τραγουδιστές και οργανοπαίχτες απαριθµούν γύρω στους 70. Οι σκοποί των µαντινάδων δεν έχουν πάντα ιδιαίτερες ονοµασίες. Μερικοί αναφέρονται µε το όνοµα του τραγουδιστή ο οποίος τους προτιµούσε στα γλέντια, όπως ο σκοπός του «Μαυροµάτη» ή ο σκοπός του «Παραγιού». Άλλοι παίρνουν το όνοµά τους από ονοµαστικά που αναφέρονται στο τσάκισµά τους, όπως «ζιµπούλι» και «µήλο της µηλιάς». Άλλων το όνοµα προέρχεται από την ονοµασία του χωριού στο οποίο συνηθίζονται, όπως «οθείτικος» και «βολαδιώτικος». Συµβαίνει επίσης ο ίδιος σκοπός να ονοµάζεται διαφορετικά από χωριό σε χωριό. Οι περισσότεροι όµως δεν προσδιορίζονται µε ονοµασία. Οι τραγουδιστές τούς συγκρατούν στο µυαλό τους και τούς τραγουδούν κατά προτίµηση».

«Η µελωδία, τόσο στους σκοπούς των µαντινάδων όσο και των τραγουδιών, αντιστοιχεί σε κάθε µετρικό στίχο. Κατά κανόνα υπερκαλύπτει την έκταση του στίχου και συµπληρώνεται διακοσµητικά από τον τραγουδιστή µε επιφωνήµατα, µε αναδιπλώσεις των µετρικών συλλαβών ή µε παρατάσεις και τσακίσµατα. Τα τσακίσµατα είναι λέξεις ή φράσεις ή µικρά δίστιχα που προτάσσονται ή παρεµβάλλονται από στίχο σε στίχο. Αυτά είναι συνήθως δοσµένα, δεν αυτοσχεδιάζονται δηλαδή παράλληλα µε τη µαντινάδα και για τούτο δεν είναι πάντα σχετικά µε το κύριο θέµα. Σε µερικά πολύστιχα τραγούδια, ο σκοπός αποτελείται από διάφορα γυρίσµατα. Το γύρισµα έχει εδώ τη σηµασία µιας επί µέρους µελωδίας, διαφορετικής από άλλες εξίσου µικρές µελωδίες, που µε µια σχετικά προκαθορισµένη διαδοχή συνθέτουν το σκοπό µε τον οποίο εκτελείται το τραγούδι. Ο σκοπός των συρµατικών τραγουδιών για παράδειγµα έχει τρία γυρίσµατα. Το γύρισµα έχει επιπλέον τη σηµασία του αυτοσχεδιασµού και του πλουµίσµατος του σκοπού από τον εκτελεστή και δηλώνει την ικανότητά του να υπερβαίνει τη βα-σική µελωδία και να την εµπλουτίζει µε µικρές µουσικές δηµιουργίες».

«Οι οργανοπαίχτες υποτάσσονται στη βούληση του κοινού το οποίο αποτελεί ο κάθε τραγουδιστής ή χορευτής. Ο τραγουδιστής και ο χορευτής εκδηλώνουν την επιθυµία τους µε µια παραγγελιά, ο δε οργανοπαίχτης ευθυγραµµίζεται. Παρόµοια, µέσα στις διασκεδάσεις, το κοινό αποφασίζει πότε οι οργανοπαίχτες θα µεταβούν από τη µια φάση στην επόµενη. Η παρέα αποφασίζει τη διάρκεια του καθιστού γλεντιού και την ώρα που τα όργανα θα σηκώσου’ το χορό».

«Τα είδη της χορευτικής µουσικής είναι τόσα όσα και οι χοροί. Ανάλογα µε το είδος του χορού, η µελωδία είναι πότε αποκλειστικά οργανική, πότε αποτελείται από ένα οργανικό κοµµάτι και από ένα δεύτερο που συνοδεύει τραγούδια ή µαντινάδες. Αυτό συµβαίνει στις περιπτώσεις που ο χορός έχει αργή και γρήγορη φάση. Το γρήγορο µέρος των χορών µε δύο φάσεις, καθώς και οι εξ ολοκλήρου γρήγοροι χοροί συνοδεύονται µόνο από οργανική µουσική».

«Η οργανική χορευτική µουσική είναι ένα σύνολο ολοκληρωµένων µελωδιών που λέγονται δοξαριές. Αυτές είναι άλλοτε µακρύτερες και άλλοτε µικρότερες. Αν και κατά βάση δεν έχουν ονοµασίες, µερικές εντοπίζονται µε χαρακτηρισµούς ανάλογους προς τη χρήση και την τεχνική τους. Οι δοξαριές προσδιορίζονται και από το όνοµα του δεξιοτέχνη που τις χρησιµοποιούσε, όπως οι δοξαριές «του Ρεΐση», «του Τσαµπουνιέρη», «του Κωστούλια». Επιπλέον, ο τρόπος µε τον οποίο εκτελούνται κάποιες δοξαριές συντελεί στο να χαρακτηρίζονται συρτές ή αποσυρτές (όταν το δοξάρι διατρέχει µε όλο το µήκος του τις χορδές), κοφτές ή στετές (όταν τις διατρέχει κατά ένα µικρό µέρος του). Άλλες χαρακτηρίζονται ανοιχτές. Οι τελευταίες είναι σύντοµες µελωδίες που ανήκουν ως επί το πλείστον στον Πάνω Χορό. Παίζονται στην µπρος κόρδα µε ανοιχτά δάχτυλα ώστε να εκπέµπουν ζωηρό ήχο. Άλλες τις λένε τσαµπουνιστές γιατί µιµούνται το ύφος της τσαµπούνας».

«Κάθε δοξαριά παίζεται µερικές φορές και ύστερα την ακολουθεί µια άλλη. Οι δοξαριές που χρησιµοποιούνται στους δευτερεύουσας σηµασίας χορούς είναι περιορισµένες αριθµητικά, αφού αυτοί οι χοροί δε διαρκούν παρά ελάχιστα στο γλέντι. Αντίθετα, στους κυρίαρχους χορούς, δηλαδή στη Σούστα και στον Πάνω, που διαρκούν πολύ, οι δοξαριές είναι απεριόριστες».

«Το πλούσιο ρεπερτόριο δοξαριών είναι φαινόµενο σηµερινό, οι παλιοί λυριστά’ες είχαν περιορισµένη γκάµα από αυτές. Οι νεότεροι, µε τη δυνατότητα µετακίνησης, µπορούν να γνωρίσουν τις µουσικές συνήθειες κάθε χωριού, κι έτσι χρησιµοποιούν τις δοξαριές των οργανοπαιχτών από ολόκληρο το νησί. Σ’ αυτό συµβάλλει και η ηχητική καταγραφή. Συχνά επεξεργάζονται τις δοξαριές Καρπάθιων και µη Καρπάθιων, τις εµπλουτίζουν και τις σφραγίζουν µε τις µουσικές τους ικανότητές τους, δηµιουργώντας έτσι νέες δοξαριές».

Οι πιο πάνω γενικές πληροφορίες για τη µουσική παράδοση του νησιού µας είναι παρµένες από το βιβλίο «Ο Χορός στον Πολιτισµό της Καρπάθου» της Μαριγούλας Κρητσιώτη και του Άλκη Ράφτη. Αυτές αφορούν και το υλικό του δίσκου αυτού. Ωστόσο για κάθε επί µέρους κοµµάτι που σας παρουσιάζουµε, ενηµερώνουµε τον ακροατή µε ειδικότερα σχόλια.

Για περισσότερες πληροφορίες για τη µουσική παράδοση της Καρπάθου σας παραπέµπουµε στο βιβλίο: 
Μαριγούλα Κρητσιώτη και Άλκης Ράφτης, Ο Χορός στον Πολιτισµό της Καρπάθου, 
Θέατρο Ελληνικών Χορών «∆όρα Στράτου», Αθήνα, 2003, 470 σελ. •www.grdance.org

The Carefree Dove
A compilation of live recordings from Apella Nota’s pilgrimages the places and moments in time that churn and liberate magnificent expressions of Κarpathian music and verse.

Featuring: Kostis Vassilarakis, Nikos Vlahos, Manolis Diakomanolis, Mihalis Koutsos, Vassos Kritsiotis, Giorgos Kritsiotis, Diogenis Kritsiotis, Manolis Kritsiotis, Marigoula Kritsiotis, Giorgos Kostetsos, Manolis Kostetsos, Miltiades Mantinaos, Mihalis Papayiannis, Antonis Papoutsakis, and Manolis Fellouzis

Liner Notes
During an impromptu celebration in Othos, Kostis Vasilarakis nostalgically sings about his youth at the time when he was an avid participant in many traditional Karpathian musical celebrations. He refers to an era when this kind of festivity or “glendi” was central to Karpathian entertainment. The participants were known for their gallantry, open-hearted nature and ability to give their heart and soul throughout the “glendi”. An individual known for these qualities is called a “meraklis.”

Despite modern influences, this celebratory musical tradition still exists and is greatly valued. We, therefore, thank our predecessors, our contemporaries as well as the younger generation for preserving our musical and poetic tradition. As active participants or simple observers we are deeply aware of its significance in maintaining our ethnic identity.

In an effort to capture the unique character and beauty of the music along with its poetic tradition, we have recorded live, impromptu musical celebrations as they occur and unfold in different settings. This CD named “The Carefree Dove” is a compilation of excerpts from recordings focused on the village of Othos. This village serves as a bridge between the villages in the north of the island (Olymbos, Mesohori and Spoa) and those further south in that its music features influences from both regions.

The lyre and tsambouna (bagpipe) are the oldest combination of musical instruments used in Karpathos. The lute and subsequently the violin appear later (early 1900s). In Olymbos the lyre, bagpipe and lute are played for both singing and dancing. In Mesohori, Spoa and the villages located further south, the lyre and lute are more prominent.
Karpathians express their rich poetic tradition through the singing of rhyming couplets or “mandinathes” to different melodies known as “skopi.” Mandinathes are considered to be the highest form of expression and communication in Karpathian culture, especially when composed and sung spontaneously at parties. Singers address each other using impromptu mandinathes while expanding on topics or honoring social and religious occasions. Countless unique mandinathes are created in these impromptu situations reflecting the singers’ emotions, thoughts, intentions and moods.

This form of poetic expression occurs in the context of a sit-down musical celebration (“kathisto glendi”), traditionally amongst a group of men. It often happens spontaneously in various settings while wine and food are served. Once a subject is exhausted during this musical dialogue, the participants switch to multi-versed songs sung to different melodies such as the “syrmatiko.” Up beat melodies such as the “orsa” are also used to provide useful pauses to the singing, so that the singers may regroup.

Dance music is made up of a series of distinct melodies called “thoxaries” for the lyre and “piavlies” for the bagpipe. These are characterized according to how they are played, the situations in which they are used or the names of the musicians who use them. Each melody is played and repeated a few times and is then followed by a new one.

In the past, musicians who played the lyre used a limited of “thoxaries.” However, today musicians use a larger number of them in their repertoire, since they are exposed to music coming from all of the villages in Karpathos and other islands such as Crete.
Most of the information above describing the musical tradition of Karpathos is taken from the book entitled “Karpathian Culture and Dance” written by Marigoula Kritsiotis and Alkis Raftis. However, the following additional commentaries have been added to describe and explain the contents of this compilation.

Nostalgia – at Themis Panayiotis’ home in Wayne, New Jersey, USA, February, 2001
The tracks in this section were performed by visiting musicians at the house of Themis and Irene Panayiotis. Manolis Kritsiotis (lyre) and Diogenes Kritsiotis (lute) begin by playing a jovial musical piece called ‘Orsa’ (#1).

In ‘My Saint Panteleimon’ (#2), Manolis Diakomanolis sings mandinathes to the tune of the slow portion of the “Kefalonitika” dance. On behalf of all expatriates, Manolis reflects on the nostalgia expatriates feel, and prays to Saint Panteleimon asking for his help in returning all Othites to Karpathos.

The above songs are a good example of the musical talent of young musicians in Othos.

At Lambros’ Coffee Shop – Othos, Karpathos, September, 1999
At Lambros’ Coffee Shop, located in the village of Othos, an impromptu “glendi” is initiated by the playing of musicians Kostis Vassilarakis (lyre) and Nikos Vlahos (lute).

In ‘Winter and Summer’ (#3), Mihalis Papayiannis refers to the end of the summer and the coming of winter. He bids the last visitors farewell and wishes them a happy return next summer. ‘To Reunite In Joy’ (song #4), sung by Nikos Vlahos, refers to the sadness Othitans feel when living far away from their homeland. The singer asks me to carry their greetings from Karpathos along with wishes for a quick reunion.

In ‘Oh My Old Musicians’ (#5), Nick salutes the grace and beauty of old and infrequently sung melodies (skopi) wondering if future generations will be able to uphold and continue our traditions. Mihalis, responds immediately, by praising the musical style and his emotional connection with the older musicians, in this case Kostis and Nikos.

In ‘The Tape Recorder’ (#6), Nick Vlahos asks the other participants, and in particular George Kritsiotis, to join in and sing so that our traditions can be captured by the tape recorder. Vasos Kritsiotis reciprocates in a humorous, teasing manner suggesting that Nikos’ enthusiasm and creativity are fueled by the tape recorder. This track and the preceding one, are fine examples of the ability of Karpathians to engage endlessly in poetic dialogue.

It is now Manolis Kostetsos’ turn to play the lyre accompanied by Vassos Kritsiotis in the lute. George Kritsiotis responds to Nick Vlahos’ invitation in ‘The Deadline’ (#7). He, too, is concerned about the possibility of Karpathian customs expiring with the passage of time. He salutes the other participants for their persistence in maintaining their musical tradition.

‘Carefree Dove’ (#8) is a series of “mandinathes” in which Kostis Vassilarakis proudly remembers his youth with the promise to continue playing and singing until he expires. He reminisces about the old days, a time when he used to fly as a “carefree dove” from one village to another to partake in countless “glendia.”

George Kritsiotis, ends the singing with the ‘Please Record Our Customs’ (#9). In this piece he requests that we continue recording all the melodies (“skopi”) used in “mandinathes” so that they may be heard and studied by future generations.

Kostis and Nikos conclude this glendi by playing the main Karpathian dances of ‘Panos Horos and Sousta’ (#10). The skillful synchronization of these instruments is apparent, while the melodies or “thoxaries” played by the lyre are characteristic of those observed in the southern villages.

Invited For Coffee – at Marigoula Kritsiotis’ house, Athens, 1996
A casual visit for coffee and cake, slowly turned to an evening of singing when Mihalis Koutsos and Manolis Fellouzis started playing their lutes. Marigoula sang many Greek folk songs which we recorded. From this session, we chose to include ‘My Damnation’ (#11), a song about a woman mourning the passing of her youth and the sorrow that she feels for an unfulfilled romance. Marigoula sings to the melody of ‘to milo tis milias’ which is popular amongst Karpathian women.

Easter Monday at Papoutsakis’ Tavern – Volatha, Karpathos, May 2005
On Easter Monday, many old and young musicians and singers are gathered by George Kritsiotis at Papoutsakis’ Tavern for a glendi. Antonis fills the tables with his wonderful mezé (appetizers) and the wine begins to flow. The wonderfully talented musicians Manolis Kritsiotis and Miltiades Mantinaos begin playing the lyre and lute.
The celebration begins with ‘Salutation’ (#12), a merry song used to toast people during drinking. Each person is saluted to the meoldy of ‘monovasia,’ and asked to empty their glass but only after they pick their successor.

With the spitis lifted by the spirited drinking, the mandinathes begin. In this glendi, everybody is focused on St. Panteleimon, the patron saint of Othos. ‘Your Holly Bread’ (#13), played by George Kostetsos (lyre) and Miltiades Mantinaos (lute) and sung by Manolis Kritsiotis, is a sample of the recurring theme. The singer appears to the graces of the saint wishing the safe return of all Othitan expatriates.

In ‘Just Passing By’ (#14), Manolis plays the lyre with Miltiades on the lute, and sings a beautiful song to the melody of ‘syrmatiko.’
After many hours of singing, the young musicians begin playing the dance of ‘Pano Horos’ (#15). In contrast to track #10, Manolis Kritsiotis (lyre), Miltiades Mantinaos (tsambouna) and George Kostetsos (lute), play with the style associated with the northern villages of Karpathos.

In the wee hours of the morning, Antonis Papoutsakis begins playing his violin (with Miltiades on the lute) and everybody starts singing mandinathes to the ‘melody of the night.’ In ‘Until Early Dawn’ (#16), Miltiades and George Kritsiotis sing about the joy of singing outdoors at night under the window of their beloved one.

As we were gathering our gear one more time, having spent so many hours witnessing and recording our musical traditions expressed with the same fervor by the young and the old, we were filled with optimism concerning the future and continuation of the Karpathian “glendi.”

In the years ahead, we hope this compilation remains a representative sampling of live Karpathian musical tradition, and not a documentary of a genre that has faded in our memory.

Τραγούδια – Tracks
1 Όρσα [1:34]
 Orsa
2 Αη Μου Παντελέµονα [4:46]
 My St. Panteleimon
3 Χειµώνας Και Καλοκαίρι [4:21]
 Winter and Summer
4 Ο Καµός Του Γλεντιού [2:28]
 Το Reunite in Joy
5 Ω Παλαιά Μου Όργανα [4:01]
 Οh My Old Musicians
6 Tο Μαγνητόφωνο [6:24]
 The Tape Recorder
7 H Προθεσµία [4:07]
 The Deadline
8 Τ’ Άχολο Περιστέρι [7:22]
 Carefree Dove
9 Να Τα ∆ιαβάζουσι Οι Νιοι [5:00]
 Please Record Our Customs
10 Πάνω Χορός Και Σούστα [6:43]
 Pano Horos and Sousta
11 Ανάθεµά Με [3:17]
 My Damnation
12 Τίνος Ειν’ Η Κούπα; [1:14]
 Salutation
13 Τον Άρτο Σου [4:02]
 Your Holly Bread
14 Περαστικός Επέρασα [8:28]
 Just Passing By
15 Πάνω Χορός [5:23]
 Pano Horos
16 Τις Βαθιές Αυγές [3:58]
 Until Early Dawn